Αν έχεις τύχη διάβαινε και ριζικό περπάτα…

Οι πρόγονοί μας αγόραζαν μετά μανίας λαχεία και φυσικά, βίωναν την απογοήτευση όταν έχαναν άλλη μια ευκαιρία για πλούτη και καλοπέραση. Την απογοήτευσή τους αυτή, όμως, διαδεχόταν η περιέργεια να μάθουν όσο το δυνατόν περισσότερα για τους… νκητές! Βάρδα να μη κέρδιζε πλούσιος… Κατάρες και σχόλια του τύπου «δεν υπάρχει Θεός» ή «τα λεφτά πάνε πάντα στα λεφτά» ακολουθούσαν τον ήδη πλούσιο νικητή εφ’όρου ζωής.

Πως αισθανόταν άραγε ο ίδιος ο κερδισμένος του λαχείου εν έτει 1932;! Ο Παύλος Νιρβάνας αναλαμβάνει να τον «ανακρίνει»…

«Όταν έχη κανείς την τύχην, στας Αθήνας, να κερδίση το λαχείον, πριν εισπράξη τα χρήματά του, εισπράττει συνεντεύξεις.

-Είχατε καμμία προαίσθησι, κύριε, πως θα κερδίσετε;

-Καμμία.

-Κανένα όνειρο;

-Τίποτε.

-Μήπως σας έτρωγε η αριστερή σας φούχτα;

-Δεν αισθάνθηκα καμμία φαγούρα.

-Περίεργο!

-Αυτό λέω κ’ εγώ…

Και η συνέντευξις προχωρεί:

-Υπό ποίας περιστάσεις αγοράσατε το λαχείον σας;

-Υπό καμμίαν περίστασιν.

-Μήπως σας έσπρωχνε τίποτε να το αγοράσετε;

-Δεν έννοιωσα κανένα σπρώξιμο.

-Μήπως σκοντάψατε απάνω σε εισιτηριοπώλη;

-Δεν εσκόνταψα πουθενά κύριε.

-Περίεργο!

-Αυτό λέω κ’ εγώ.

Και η συνέντευξις συνεχίζεται:

-Και δεν μου λέτε, σας παρακαλώ; Πώς σκέπτεσθε να διαθέσετε τα χρήματά σας;

Εδώ η υπομονή του τυχερού εξαντλείται επί τέλους.

-Μα χριστιανέ μου, εγώ δεν τα εισέπραξα ακόμη. Και θέλεις να αρχίσω να τα ξοδεύω από τώρα; Άσε να τα πάρουμε πρώτα και μετά βλέπουμε.

Οι τυχεροί του τελευταίου «σουήπ-στέηκ» δεν ήτο δυνατόν να αποτελέσουν εξαίρεσιν. Καλούνται να λογοδοτήσουν επί της τύχης των. Δυστυχώς δεν έχουν τίποτε ενδιαφέρον να ανακοινώσουν. Και είνε περίεργον.

Προ ετών αγαπητός συνάδελφος εκέρδισε κάποιο ποσόν στο λαχείον του Στόλου. Αλλά σ’ αυτόν τουλάχιστον κάποιο συμβάν προεμήνυσε την τύχην του. Την προηγουμένην της κληρώσεως του λαχείου, η σύζυγός του, καθώς κατέβαινε από ένα μόνιππον, εσκόνταψεν επάνω στα σκίρρα της επισκευαζομένης οδού, έπεσε και έσπασε το πόδι της. Και ο συνάδελφος εξηγούσε την τύχην του.

-Επι τέλους –έλεγε στους φίλους του- έσπασε ο Διάβολος το πόδι του και κέρδισα.

Και δεν ωμιλούσε μεταφορικώς…».

Είναι ο απολαυστικός Παύλος Νιρβάνας στη στήλη «Λόγοι και Αντίλογοι» της εφημερίδας «Πολιτεία»