Περί... αέρος

Αέρας… Υποθέτω, είναι εκείνο το αόριστο θέλγητρο της γυναικός, το ακαθόριστο, η γοητεία που ασκεί με την κουβέντα της, με το περπάτημά της, με την κίνησή της, με το βλέμμα της...

Ο Δημήτρης Ψαθάς προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει την έκφραση «έχει αέρα», που πολύ ακούγονταν τα παλιά χρόνια.

«Στην συντροφιά του φιλικού σπιτιού όπου το λεγόμενον ωραίον φύλο είχε την πλειοψηφίαν, ήλθε η κουβέντα για τα θέλγητρα των θηλέων. Εσφαγιάζοντο κατά τρόπον αμείλικτον αι απούσαι, αυτοεγκωμιάζοντο όπως συνήθως αι παρούσαι και ξαφνικά, προκειμένου για κάποιο από τα απουσιάζοντα θηλυκά της συντροφιάς, οι γνώμες εδιχάσθησαν απολύτως και τελεσιδίκως.

Είπε η μια μερίς:

-Είνε αποκρουστική!...

Αλλά η άλλη μερίς –των αποκρουστικωτέρων θηλέων της συγκεντρώσεως- ετάχθη αλληλέγγυος με την απουσιάζουσαν καθ’ όλες τις πιθανότητες
δύσμορφη κυρίαν κι’ ευρήκε επιχείρημα ακλόνητο:

-Έχει αέρα!

-Μπά!

-Αστειεύεσθε; Έχει αέρα, μη συζητάτε!

Ημφισβητήθη ζωηρότατα απ’ όλες το αν είχε ή δεν είχε αέρα το απουσιάζον θηλυκό. Καμμιά όμως ούτε για ένα δευτερόλεπτο δεν εσκέφθηκε να ερωτήση τι πράμμα είνε αυτός ο αέρας που επικαλούνται με τόση σοβαρότητα οι γυναίκες, όταν θέλουν να υποστηρίξουν μια ατυχή υπόθεσιν ή όταν θέλουν να χαντακώσουν κάποιαν ωραίαν αντίζηλη:

-Είνε κούκλα!

-Ναι, αλλά...

-Τι αλλά;

-Δεν έχει αέρα!

Εμελέτησα αυτόν τον αέρα, φίλοι μου, με όσην επιμονήν δεν θα εμελετούσε ένας επιστήμων το προσφιλέστερό του θέμα.

Αέρας, υποθέτω, είνε εκείνο το αόριστο θέλγητρο της γυναικός, το ακαθόριστο, η γοητεία που ασκεί με την κουβέντα της, με το περπάτημά της, με την κίνησί της, με το βλέμμα της, με το ντύσιμό της, με το θέλγητρο τέλος πάντων που απορρέει απ’ την προσωπικότητά της εντελώς ασχέτως προς την ωμορφιά ή την ασχήμια της. Είνε περίπου ένα είδος σεξ-απήλ που στην ελληνικήν επήρε τον ακαθόριστο αυτόν χαρακτηρισμό του... αέρος.

Από τον καιρό, λοιπόν, που κατεχωρήθη στην βίβλον των θελγήτρων του θηλυκόκοσμου, όλα τα θήλεα, που δεν έχουν φυσικά προσόντα συγκεκριμένα, απέκτησαν αέρα, που φουσκώνει τα πανιά της υπάρξεώς των μαζί με τα μυαλά των.

Βλέπω στην γειτονιά μου τακτικά ένα περίεργο θήλυ με ιδιότροπα φτερά στο καπέλλο, με μπλούζες σφιχτές στη μέση, μ’ επωμίδες, μαλλιά που εξορμούν αλαφιασμένα και κυματίζουν ολόγυρα από το κεφάλι, φούστες κοντές, απ’ τη σχισμή των οποίων σαλπίζει προσκλητήριον η γάμπα, να κουνιέται, να σείεται και να λυγίζεται, να προχωρή στον δρόμο τέλος πάντων με ξεβιδωμένα χέρια, ώμους, κεφάλι. Υπέθεσα στην αρχή πως ήταν δραπέτις φρενοκομείου. Αλλά η εξήγησις μου εδόθη από την κοινή γνώμη των θηλέων ο αντίλαλος της οποίας έφτασε κάποτε έως την ακοή μου.

-Έχει αέρα!

Και δεν είνε, αλλοίμονο, το μόνο θήλυ που έχει αέρα. Στο σώμα, στην κίνησιν και προ παντός στην κεφαλήν».

«Αθηναϊκά Νέα», 1937, Μίμης Ψαθάς