Όλη η Αθήνα, ένα απέραντο ζαχαροπλαστείο
Όταν έρχονταν οι γιορτές, ο πυρετός της προετοιμασίας στα νοικοκυριά χτύπαγε κόκκινο. Αλίμονο στη νοικοκυρά που δεν θα έφτιαχνε νόστιμους κουραμπιέδες και μελομακάρονα…
«Κατά τας ημέρας αυτάς των εορτών η Αθήνα απ' άκρου εις άκρον είνε μέγα ζαχαροπλαστείον.
Όλαι αι νοικοκυράδες μετεβλήθησαν εις ζαχαροπλάστας και όλα τα σπίτια εις γλυκατζίδικα. Η ζάχαρι και το μέλι και τα μπαχαρικά είνε τα μόνα εξοδευόμενα εμπορεύματα. Η δε πωλουμένη με την οκάν γλύκα κατά τας 10-15 αυτάς ημέρας υπερτερεί την γλύκαν των ερωτικών λόγων όλου του χρόνου.
Όλαι αι ζαχαροπλάστιδες εργάζονται προς το συμφέρον των στομαχιάστρων. Και είνε φοβερά εγωίστριαι δια την επιτυχίαν των κουραμπιέδων των. Δύναται μία γυναίκα να διακόψη τας σχέσεις μαζί σας, αν της πήτε ότι της φίλης της τα γλυκά ήσαν μάλλον επιτυχημένα. Πολλαί δε, ιδίως της μεσαίας κοινωνικής τάξεως, φθάνουν μέχρι ανοησιών. Να μη κακομελετήσης την ώραν που ζυμώνουν, να μη τα ματιάσης, να μην είσαι κακοπόδαρος.
Αν δε, αφού ληφθούν όλαι αυταί αι προφυλάξεις, τύχη να κάψη τα γλυκά ο φούρναρης, τότε είνε απόδειξη ότι δεν την... αγαπά ο άνδρας της. Και αν είχαν και οι άνδρες το μυαλό των γυναικών των, φαντασθήτε τι θα ετραβούσε η ράχη των φουρνάρηδων. Τέλος πάντων, η αποτυχία των γλυκισμάτων δι' αυτάς είνε τρομερόν δυστύχημα.
Εννοείται ότι τα σπιτικά αγιοβασιλιάτικα γλυκίσματα δεν έχουν καμμίαν σχέσιν με τα των ζαχαροπλαστείων. Μόνον οι κουραμπιέδες είναι κοινόν κατασκεύασμα. Τα σπιτικά είνε δίπλες, φοινίκια, κατημέρια, καλτσούνια, μελομακάρονα και τα τοιαύτα.
Χάριν αυτών, λοιπόν, το σπίτι θα είνε ανάστατον 2-3 ημέρες. Γουδιά, ταψιά, σοφράνες, λεκάνες, τετζερέδες, όλα στη μέση. Εδώ βράζει το λάδι, εκεί ζυμώνεται η πρώτη ύλη, παρέκει πλάθεται και φορμάρεται, παρακάτω... δέρνεται ένα μικρό, γιατί βούτηξε το δάκτυλό του στο μέλι. Δεν λείπουν, εννοείται, και οι καυγάδες και οι διαχύσεις και τα κομπλιμέντα.
Τα δυστυχέστερα πλάσματα, όμως, εις όλην αυτήν την γλυκοκατασκευήν, είνε τα μπακαλόπουλα. Τα οποία έχουν τον πρώτον λόγον εις τους κόπους και βωβόν πρόσωπον εις το φάγωμα.
-Μπακάλη καρύδια, μπακάλη κάρβουνα, κανέλλα, γαρύφαλα κτλ.
-Μα έλα γρήγορα βρε στργγλιάρικο, εχρόνιασες, που να μη σε εύρη ο χρόνος, πάρ' τα πόδια σου, κακόν καιρόν νάχης.
Το μπακαλόπουλο θα πάη και θα έρθη 20 φορές εις το κάθε σπίτι και εκατό φορές εις το φούρνο. Το μπακαλόπουλο θα φάη τους δρόμους, τα κρύα, της βρυσιαίς, θα φάη και ξύλο από τ' αφεντικό, γιατί αργεί. Και το μόνο πράγμα που δεν θα φάη το μπακαλόπουλο είνε τα γλυκά...».
(Άστυ, 1885)
Διαλέξαμε, όπως βλέπετε, τις «νοικοκυράδες» της πόλης αντί να προβάλουμε κάποια άλλη επιχείρηση. Χρειάζονται κι αυτές κάπου-κάπου την αναγνώριση των κόπων τους.