ΕΛΜΑΛΟΓΛΟΥ: Ο «έντιμος κοσμητής» της αγοράς υφασμάτων

Φοβάμαι, θα σας κρατήσω σήμερα σε λίγη αγωνία. Προτού σας παρουσιάσω την επιχείρηση του μήνα, θα ήθελα να πατήσετε στον Χάρτη της Αθήνας την Ερμού. Θα μεταφερθείτε έτσι στην οδό της «τρυφηλής ασωτίας», στον γυναικείο παράδεισο της Παλιάς Αθήνας για να παρακολουθήσετε από κοντά και στις λεπτομέρειές του το πώς ψώνιζαν τότε οι Ατθίδες μας.

Μόνο υπό αυτούς τους όρους είστε τώρα κατάλληλα προετοιμασμένοι για μια σύγχρονη επίσκεψη σ’ένα κατάστημα βγαλμένο από τα παλιά: Αποθήκη Υφασμάτων Αφοι ΕΛΜΑΛΟΓΛΟΥ

Εκεί, στη γωνία Αιόλου και Μητροπόλεως, λειτουργεί το Ελδοράδο με τα βαμβακερά, τα λινά, τα μεταξωτά, τα υφαντά, τα τραπεζομάντηλα, τα σεντόνια, τις φανέλες, τα μπουρνουζόπανα, τα κουβερτόπανα, τις κουρτίνες, τα υφάσματα επιπλώσεων, τα καραβόπανα, τα δίμιτα, τις καπαρντίνες, τα κάμποτα, τις γάζες, τις λινάτσες...

Αμέτρητα τόπια, μεγάλοι παραδοσιακοί ξύλινοι πάγκοι και το πολυάριθμο προσωπικό με το ψαλιδάκι και τον πήχη στο χέρι να τρέχει να εξυπηρετήσει την παλιά και τη νέα νοικοκυρά, την Αθηναία και την επαρχιώτισσα, τη νησιώτισσα και την ηπειρώτισσα, την κεντήστρα και τη μοδίστρα αλλά και τον διακοσμητή, τον σκηνοθέτη και τον ενδυματολόγο.

Η οικογένεια Ελμαλόγλου

Με υποδέχεται με χαμόγελο και ζεστασιά, στοιχεία που κινδυνεύουμε να ξεχάσουμε στη σύγχρονη μεγαλούπολη, ο Κυριάκος Ελμαλόγλου, δεύτερη γενιά μιας μεγάλης εμπορικής οικογένειας που έχει τις ρίζες της στη Σπάρτη ή Σπάρτα της Πισιδία∙ όχι ιδιαίτερα μακριά από τη χιλιοτραγουδισμένη μας Σμύρνη. Στη Σπάρτη, εξακολουθούν και σήμερα ακόμη να φτιάχνουν τα καλύτερα χαλιά της Τουρκίας, ενώ η περιοχή ήταν και τότε ξακουστή για τα υφαντά της αλλά και το ανθόνερο!  

Το 1922, οι Ελμαλόγλου με τα 5 παιδιά τους (4 αγόρια και 1 κορίτσι) άφησαν την Μικρά Ασία και πέρασαν στη Μυτιλήνη και τη Λήμνο. Το 1928 έφτασαν στην Αθήνα ασχολούμενοι -με τι άλλο;- με την παραγωγή και την εμπορία υφασμάτων. Το κατάστημα «Miroir» που άνοιξαν στη Ν.Ιωνία ήταν πράγματι ο «καθρέπτης» μιας περιοχής γεμάτης πρόσφυγες, υφάσματα κα αργαλειούς. Στο κατάστημα της Αιόλου 22 και Μητροπόλεως τους βρίσκουμε πλέον από το 1947 με πρωτεργάτη τον μεγαλύτερο αδελφό, Λάζαρο.

«Η επιλογή για το συγκεκριμένο αυτό μαγαζί» μου λέει ο κύριος Κυριάκος «ήταν ιδιαίτερα έξυπνη, όχι μόνο γιατί ήταν σε κεντρικότατο σημείο, αλλά γιατί από το 1936 λειτουργούσε στο ίδιο σημείο το πολύ γνωστό στην αγορά μπακάλικο του Παγιασλή. Όταν πρωτοξεκίνησε το κατάστημα, έβρισκε κανείς παραδοσιακά βαμβακερά και λινά υφάσματα, αλατζάδες, ντρίλια, σεντόνια ουγιωτά, πετσέτες και ποπλίνες. Αργότερα, είχαμε και την αποκλειστική διάθεση των ξακουστών μυκονιάτικων υφαντών. Τότε η κλωστοϋφαντουργία ανθούσε στην χώρα μας, με εταιρείες κολοσσούς όπως η «Πειραϊκή-Πατραϊκή», το «Αιγαίο» και η «Σεραία». Σήμερα, δυστυχώς ο κλάδος πνέει τα λοίσθια. Είναι ζήτημα αν έχουμε 13 υφαντουργούς σε όλη την Ελλάδα. Ένας έχει μείνει να «τραβάει στημόνι» και δυο να βάφουν. Σε λίγο δεν θα βρίσκουμε πλέον ντόπιο εμπόρευμα, που τόσο αρέσει στις γυναίκες.».

Ασταμάτητη η κίνηση στο κατάστημα

Όση ώρα συζητάμε με τον κύριο Κυριάκο, πελάτισσες μπαίνουνε και βγαίνουνε στο μαγαζί. Κινδυνεύω να ξεχάσω προς στιγμή την καταθλιπτική περιρρέουσα κρίση. Όλες, με το «καλημέρα κύριε Κυριάκο», «καλημέρα κυρία Τασία» (η σύζυγος και… Υφυπουργός Οικονομικών, καθότι είναι μόνιμα πίσω απ’το ταμείο), «καλημέρα κύριε Λάζαρε» (ο συμπαθής junior που εκπροσωπεί την 3η γενιά), «καλημέρα-καλημέρα», και ακολουθούν ονόματα των υπαλλήλων.

Ακολουθεί το παράπονο, γεμάτο νάζι: «Αχ, με ξέχασες κύριε Κυριάκο…», για να έχουμε «μούτρα» να ζητήσουμε στο τέλος και την εκπτωσούλα μας. Όλα τα έμαθε η Ελληνίδα, αλλά αυτό το φράγκικο prix fixe αδύνατο να το εμπεδώσει!

Και ο πανμέγιστος κύριος Κυριάκος, σαν άλλος «Άγιος Παντελεήμων» μοιράζει χαμόγελα, μοιράζει οδηγίες, ξετρυπώνει υφάσματα που κανείς δεν βρίσκει, εξηγεί στη διαμαρτυρομένη πελάτισσα ότι το ύφασμα δεν είναι τελικά ακριβό γιατί αγνοεί ότι έχει διπλό φάρδος και, χαμογελώντας εκ βάθους καρδίας, μοιράζει εκπτωσούλες pour le petit plaisir de la poche!

Κυριάκος Ελμαλόγου, 2η γενιά

Ιδιαίτερα περιποιητικός με τις καινούργιες πελάτισσες (πράγμα ανεξήγητο για τον αδαή), ευελπιστώντας να φέρουνε σιγά-σιγά συγγενείς και φιλενάδες (όλο το «νταμάρι» όπως το αποκαλούν στην πιάτσα της Ερμού και της Αιόλου), μου πετάει ξαφνικά την ατάκα: «Μεγάλο πρόβλημα να αναλαμβάνει η 3η γενιά τη συνέχεια της δουλειάς σου». Γουρλώνω τα μάτια μου. «Θα μας τρελάνετε παντελώς κύριε Κυριάκο;».

«Ξέρεις», μου λέει, «προσωπική ζωή μέχρι τα βαθιά γεράματα γιοκ.».

Αλλάζω αμέσως κουβέντα γιατί το θέμα είναι συναισθηματικά φορτισμένο κι έξω έχει 30 βαθμούς.

Η σημερινή κατάσταση…

-Πως τη βλέπετε την κατάσταση κύριε Κυριάκο;

-Πώς να την δω; Θα μείνουν όσοι δεν έχουν ξύλινα πόδια. Οι πιο πολλοί έμποροι ό,τι κέρδιζαν το μετέτρεπαν σε προσωπική περιουσία και ό,τι χρειάζονταν στη δουλειά τους το δανειζόντουσαν από τις τράπεζες. Έτσι λειτουργεί ο σωστός έμπορος; Πάρε σβάρνα Ερμού, Αιόλου και Αθηνάς μετά των παράδρομών τους και μέτρα κλειστά εμπορικά και ανοιχτά καφετέριες και λοιπά μαγαζιά εστίασης. Η πλατεία Αγίας Ειρήνης πνίγηκε στην καφετέρια κι εμείς στην πλατεία Δημοπρατηρίου, στο σουβλάκι. Προχθές πέρασε ένας νεαρός απ’το μαγαζί και με ρώτησε σοβαρά-σοβαρά αν το δίνω για καφετέρια! Πάλι καλά που δεν τον δείραμε να μας βγάζουν και στα κανάλια. 

Η διάσημη πελατεία

-Να τελειώσουμε και με κάτι πιο ευχάριστο. Κάποιοι επώνυμοι πελάτες; Γιατί δεν βλέπω κρεμασμένες φωτογραφίες, όπως συνηθίζεται άλλωστε στον εμπορικό κόσμο.

Ο φωτοστέφανος του «Αγίου Παντελεήμονα» ξαφνικά ανάβει:

-Τι να σου πρωτοαναφέρω; Όλο το Εθνικό Θέατρο και η Λυρική Σκηνή έχει περάσει από εδώ. Και όλη η Σχολή Καλών Τεχνών: Τσαρούχης, Φασιανός, Τέτσης… Να μη ξεχάσουμε και την αγαπητή Τζάκυ Ωνάση που μας τίμησε το ’73.

-Να σου πω τώρα κι εγώ τα δικά μου Αθηναιογραφικά, κύριε Κυριάκο. Τον παλιό καλό καιρό, η πρώτου επιπέδου αναγνώριση του εμπόρου ήταν η έκφραση «έντιμος». Ο κόσμος πίστευε ακράδαντα ότι ο τίμιος έμπορος φέρνει πάντα και καλό εμπόρευμα. Αφού περνούσαν κάποια χρόνια κι επιβεβαίωνες τον τίτλο σου, ο εμπορικός κόσμος σου απένειμε τον επόμενο τίτλο: «Κοσμητής της Αγοράς». Αγαπητέ φίλε, όταν θα διαβάζεις αυτές τις γραμμές η τελετή απονομής θα έχει λήξει. Συγχαρητήρια!