Καφενείον «Η Ωραία Ελλάς». Η Παλιά Αθήνα έχει το στέκι της

Η ανησυχία και το μεράκι ενός «τρελού», αλλά ωραίου τρελού, Κεφαλλονίτη, του Παναγιώτη Γερολυμάτου, δημιούργησε σ’έναν από τους πιο γνωστούς δρόμους της Παλιάς Αθήνας, την Πανδρόσου, το ωραιότερο παραδοσιακό καφενείο της πόλης μας. Καφενείον «Η Ωραία Ελλάς».

Λίγο πριν την βράβευσή του από το σχετικό διαγωνισμό του «Λουμίδη», που ανέδειξε τα 25 καλύτερα παραδοσιακά καφενεία της Ελλάδος, το επισκέφθηκα με σκοπό όχι μόνο να σας το γνωρίσω, αλλά και να σας πείσω να πάρετε μια μέρα παραμάσχαλα το βιβλίο μου και να πάτε στην «Ωραία Ελλάδα» για μια αλλιώτικη αισθητική εμπειρία. Η Παλιά Αθήνα βρήκε το στέκι της… δεν θα θέλετε να φύγετε!

Κατηφόρισα την Μητροπόλεως μια Πέμπτη μεσημέρι. Όσο πλησίαζα στο Μοναστηράκι, τόσο η επαγγελματική διαστροφή του Αθηναιογράφου άρχισε να κατεβάζει εικόνες. Εκεί, στη Πλατεία Δημοπρατηρίου (ποιος θυμάται ότι οι παλιότεροι πρόγονοί μας την αποκαλούσαν το «Απάνω Συντριβάνι»;) ως δια μαγείας εξαφανίστηκαν τα τραπεζάκια του «Θανάση» και του «Μπαϊρακτάρη». Τη θέση τους πήρε η παλιά στρατώνα! Ο «θόρυβος» της μπάντας που συνόδευε το άγημα για την αλλαγή της Βασιλικής Φρουράς σκέπασε τους κράχτες των δυο εστιατορίων που κυνηγούσαν τους τουρίστες. Από την κοντινή γωνία Αιόλου και Ερμού ερχόντουσαν άλλα ακούσματα: 

-Ένα οθωμανικό, βραστό και γλυκύν δια τον κύριον Τζάνες.

-Ένα καϊμακλίδικον του κυρίου Αραχωβίτη.

-Ένα λουκουμάκι του κυρίου Σταμούλη.

-Ένα ναργιλέ γιαβάσικον του κυρίου Πετσάλη.

Ταξίδι στο Χρόνο

Σ’ αυτή τη γωνιά λειτουργούσε ήδη από την Οθωνική Περίοδο μια άλλη «Ωραία Ελλάς»· το επισημότερο, το πολυτελέστερο και το πιο άνετο καφενείο της εποχής του.

Λίγο πιο αριστερά, στο τέρμα της Αιόλου, λειτουργούσε κάποτε το Πάνω Παζάρι. Οι φωνές των Παζαριτών μοιάζει να δονούν στ’αυτιά μου.

Στο Νο 59 της Μητροπόλεως ξεκινά μια λιλιπούτια στοά που βγαίνει στο Νο 36 της Πανδρόσου. Άλλοι θόρυβοι από εκεί. Κάποτε ήταν στο σημείο αυτό τα «αμπατζήδικα», τα μικρά εργαστήρια που επεξεργαζόντουσαν τα υφάσματα της εποχής…

Τι εικόνες Θεέ μου! Το τετράγωνο είναι μαγικό, αλλά και η στοά δεν πάει πίσω. Έχεις την αίσθηση ότι μπαίνεις σ’έναν άλλο κόσμο…

Οι όποιες εικόνες είχες για την Παλιά Αθήνα συνεχίζουν να ζωντανεύουν. Μια μινιατούρα παραδοσιακού Πλακιώτικου καφενείου εποχής σε περιμένει στην είσοδό της, έτσι pour commencer. Σερβιρισμένο καφεδάκι, μαρουσιώτικο νερό, γλυκό σταφύλι, και το μπεγλεράκι να σε προσκαλεί να το παίξεις για να σου ξεχάσει το ντέρτι.

Ανεβαίνεις μια μαρμάρινη σκάλα (πεντελικό μάρμαρο), δουλεμένη σιδεριά από μάστορα τεχνίτη και… έφτασες, ταπεινέ προσκυνητή της παράδοσης!

Άφησε πίσω σου κάθε στεναχώρια και παραδώσου αβίαστα σ’έναν απίθανα σκηνοθετημένο μαγικό, παλιό κόσμο. Βρίσκεσαι στο Κέντρο Ελληνικής Παράδοσης. Ένα είδος αίθριου στη μέση και γύρω-γύρω οι εκθεσιακοί χώροι. Εδώ, οι παραδοσιακοί τεχνίτες της Ελλάδας έχουν στείλει τον καλύτερο κόπο τους για να τον θαυμάσεις και να τον κάνεις δικό σου. Πέτρα, μάρμαρο, ξύλο, μπρούντζος κυριαρχούν. Κεραμικά από τη Σίφνο, ξυλόγλυπτα από τη Σκύρο, θαύματα μαρμαρογλυπτικής από την Τήνο. Ρόδος, Αίγινα, Ήπειρος, Μακεδονία… όλες οι γωνιές της Ελλάδος δηλώνουν παρόν! Παλιές λιθογραφίες, γκραβούρες, πίνακες, φωτογραφίες, ζωγραφιές, ιστορικά έγγραφα στολίζουν, μορφώνουν. Γκλίτσες, ρόκες, καλτσοβελόνες, πινακωτές, καρδάρια, αδοκάνες, μπερδεύονται με εικονίσματα και το μάτι χάνεται…

Η «Ωραία Ελλάς»

Και εκεί στο βάθος, σε περιμένει το καφενείο. Πιάνεις τον εαυτό σου να αναρωτιέται: βρίσκομαι στο 1840, το 1870 ή μήπως στο 1900; Μπα στο 1920 θα είμαι… Το μάτι σου πέφτει στη τζαμαρία που καλύπτει όλο το πλάτος του καφενείου. Το υπερθέαμα ξεκινά από τις κεραμοσκεπές των νεοκλασικών της Πανδρόσου, συνεχίζει στα Αρχαία και Ρωμαϊκά της Αγοράς και καταλήγει στην Πλάκα, τα Αναφιώτικα και το «Κάστρο», όπως αποκαλούσαν οι παλιοί την Ακρόπολη.

Ξαναγυρίζεις στο εσωτερικό του καφενείου. Ατμόσφαιρα γεμάτη θύμησες, βγαλμένη από την Ιστορία της Ρωμιοσύνης. Οι θαμώνες συμπληρώνουν την εικόνα: Γκάγκαροι Αθηναίοι «φίφτι-του», ψαγμένοι καλλιτέχνες και διανοούμενοι, ηθοποιοί, δημοσιογράφοι, λάτρεις της περιοχής, αλλά και -αυτό είναι είδηση- νέοι, ζευγαράκια, παρέες που ανακάλυψαν ένα περιβάλλον βγαλμένο από τα παραμύθια του παππού και της γιαγιάς.

Με υποδέχεται η καλόκαρδη Ελίζα Γερολυμάτου (τρίτη γενιά), Μουσειολόγος και Ιστορικός Τέχνης… Η οικογένεια έχει διαβάσει το βιβλίο μου. Ο καλύτερος τρόπος να ξεκινήσει κανείς. Το χαλί στρωμένο. Παθαίνω όμως blackout. Τι να ρωτήσω; Φοβάμαι μήπως τα λόγια καταστρέψουν τις εικόνες. Τ’αυτιά μου πιάνουν ήχους.

-Να ψήσουμε καφεδάκι;

Ακούω τον εαυτό μου να ζητάει ένα ποτήρι νερό.

(Βλάσφημε! Ξέχασες ότι υπάρχει και υποβρύχιο. Μεσημέρι είναι, ούτε ένα ουζάκι με μεζέ; Πάλι καλά που δεν παρήγγειλλες Coca-Cola...)

Κέντρο Ελληνικής Παράδοσης

Το κτίριο, όπου βρισκόμαστε το έκτισε ο παππούς Ιωάννης Γερολυμάτος, μεγάλος έμπορος υφασμάτων, κάπου στην δεκαετία του 1920. Ο γιος του, Παναγιώτης, ξεκίνησε το όραμά του το 1980 δημιουργώντας το Κέντρο Ελληνικής Παράδοσης. Συνάντησε τους καλύτερους παραδοσιακούς τεχνίτες και μαστόρους και σκάρωσε σιγά-σιγά, με υπομονή και μεράκι, ένα αλλιώτικο μουσείο-εκθετήριο όπου κανείς μπορεί να θαυμάσει και αγοράσει, σε απίθανα δημοκρατικές τιμές (έτσι αποκαλούσαν οι Παλιοί Αθηναίοι τις καλές, φθηνές τιμές), τα προϊόντα τους.

Η «Ωραία Ελλάς» δημιουργήθηκε σε μια γωνιά του ορόφου για να εξυπηρετεί φίλους και επισκέπτες. Χώρος ξεκούρασης και συντροφιάς όπου ανακαλύπτεις την Ελληνική ψυχή και φιλοξενία.

-Σκεφθήκαμε πως, για έναν λαϊκό καλλιτέχνη που έρχεται από την επαρχία στην Αθήνα, η πόλη μας είναι λίγο χαοτική. Ίσως και σκληρή. Φτιάξαμε λοιπόν ένα καφενείο, όπου θα μπορούσε να αισθανθεί άνετα… μου συμπληρώνει η αγαπητή συνομιλήτρια, για να με οδηγήσει στη συνέχεια, γεμάτη περηφάνια που δεν κρύβεται με τίποτα, στο Βιβλίο Επισκεπτών.

Το βιβλίο επισκεπτών

Παθαίνω πλάκα! Διάσημα ονόματα Ελλήνων και Ξένων φιγουράρουν, εκθειάζοντας τις ωραίες στιγμές που έζησαν. Φαίνεται ότι οι ξένοι ταξιδιωτικοί οδηγοί είναι ιδιαίτερα πειστικοί. Φαίνεται ακόμη ότι το Υπουργείο Εξωτερικών έχει κάνει το καφενείο place to be για τους επισήμους που επισκέπτονται τη χώρα μας!

Το μάτι μου πέφτει στο παραλήρημα των πέντε Ευρωπαίων «Συνηγόρων του Πολίτη» για τους γίγαντες πλακί, το γαύρο στην άλμη με σκορδάκι και φρέσκο λάδι, τη φάβα, τους λαχανοντολμάδες, τις ελιές, το σαγανάκι και τη ρετσίνα που απόλαυσαν.

Το στομάχι γουργουρίζει και τα σάλια τρέχουν, αλλά το παίζω κύριος μέχρι τέλους…

Και έρχονται οι δύσκολες ερωτήσεις:

-Όλα μόνοι σας; Το Υπουργείο Πολιτισμού; Κάποιες επιδοτήσεις; Το ΕΛΙΑ; Η ΕΘΝΙΚΗ; Που πήγαν οι Χορηγοί; Η απάντηση έρχεται κοφτή:

-Αφήστε το καλύτερα…

Αναρωτιέμαι σε πόσο βάθος χρόνου φτάνει το μεράκι ενός ανθρώπου…

Φεύγοντας, πέφτω πάνω στις αφίσες. 1.500 αφίσες με διαφημίσεις εποχής και άλλα θέματα από την Παλιά Αθήνα και την Belle Époque.

Ένα μόνο θα σας εκμυστηρευτώ. Μ’αυτά και μ’εκείνα, έχασα την αίσθηση του χρόνου και μαζί μια επόμενη συνάντηση που, σαν γνήσιος σύγχρονος τεχνοκράτης, είχα προγραμματίσει, χωρίς να φανταστώ τι με περίμενε στο Νο 59 της Μητροπόλεως.

Επισκεφθείτε το καινούργιο σας στέκι στη διεύθυνση www.kelp.gr)