Αγοράζοντας καπέλο στην Ερμού

Κάτι είχαν μυριστεί οι Βαυαροί του Όθωνα, που είχαν βγάλει παρατσούκλι για την Ερμού: «Η οδός της τριφηλής ασωτίας»… Παρακολουθείστε τι γινόταν με τα γυναικεία καπέλα όταν κατέφθανε η νέα μόδα από το Παρίσι!

«Τα βλέπετε στους δρόμους; Τα νέα καπέλλα εκυριάρχησαν πέρα-πέρα. Η κυρία Ασπασία εσηκώθη ένα πρωί έξαλλος:

-Αγησίλαε, θα πάω σήμερα να ψωνίσω καπέλλο.

Ο κ. Αγησίλαος συνωφρυώθη:

-Άλλο καπέλλο Ασπασία; Έχεις τέσσερα!

Αλλά η κυρία Ασπασία εις τα ζητήματα της εμφανίσεως δεν δέχεται συζητήσεις:

-Αγησίλαε έχω δεκατέσσερα... άλλο ζήτημα! Καπελλίνο, καβουράκι, Πομπαδούρ. Εις τα ζητήματα των φιγουρινιών είσαι νούλα. Σκασμός λοιπόν, μη με συγχίζης και μην ξεχάσης να μού αφήσης λεφτά! Τίποτε άλλο.

Και το μοιραίον συνετελέσθη. Η μόδα των καινούργιων καπέλλων διεδόθη με αστραπιαίαν ταχύτητα. Δεν έμεινε θηλυκό πού να μην έσπευσε να καλλωπισθή με το νέον βάσανο. Τι εμφανίσεις ύψιστε!... Το ύφος κυμαίνεται πλέον μεταξύ μαρκησίας της αυλής των Λουδοβίκων και παλαιού κουτσαβάκη, που έλυσε το ζωνάρι του για καυγά!

Πολλοί σταυροκοπούνται: Μα γιατί μας έφεραν εφέτος η γυναίκες τόσο γρήγορα της αποκρηές; Και έχουν δίκηο. Η εφετεινή μόδα των καινούργιων καπέλλων έχει κάτι το αποκρηάτικο.

Άλλοτε τα θηλυκά έσπευδον να αναστήσουν την μακαρίτισσα Πομπαδούρ μόνον κατά τας εβδομάδας των απόκρεω. Τα καπέλλα αυτά τα εβλέπαμε μονάχα στους μεγάλους χορούς και της αποκρηάτικες κοσμικές συγκεντρώσεις. Η στήλη της Μονταίν μας επληροφορούσε: Πολύ καλή η κυρία Ψωμοτύρη με εμφάνισιν στυλ Πομπαδούρ…

Σήμερα η ίδια εμφάνισις αποτελεί το σοβαρόν νtύσιμο της κυρίας. Το καπελλίνο μαζεμένο σε μίαν οξείαν γωνίαν προς το μπροστινό μέρος πέφτει ελαφρώς στραβά προς το ένα μάτι. Και ο αθηναϊκός δρόμος μας προσφέρει πέρα-πέρα το πλέον παράδοξον θέαμα των θηλυκών, που, ασχέτως ηλικίας, ωραιότητος, κοινωνικής τάξεως, κομψότητος, διαστάσεων, έχουν καπελλωθή με τα καπέλλα της τελευταίας λέξεως της μόδας.

-Ωραία σου πηγαίνει, καϋμένη Νίτσα. Από πού το πήρες;

-Από την οδόν Ερμού...

Και σπεύδουν δρομαίως άπαντα τα θηλυκά προς την οδόν Ερμού...

Επεράσατε από την οδόν Ερμού και τας παρόδους της τον τελευταίον καιρόν; Βρίθουν από πελατείαν θηλυκών που κάμνουν τας προμηθείας των. Τα καπελλάδικα δεν προφταίνουν να ετοιμάζουν τας παραγγελίας και να αναπληρώνουν το εμπόρευμα που φεύγει. Το πρώτον μέρος του νόμου της προσφοράς και της ζητήσεως δεν προφταίνει να ανταποκριθή εις το δεύτερον.

Πόσες χιλιάδες γυναικείες κεφαλές πρέπει να καλυφθούν; Αμέτρητοι. Το καπελλάδικο είνε το μόνον μέρος όπου τα θηλυκά αποδεικνύεται ότι έχουν... κεφαλήν. Διότι αι συνέπειαι του πράγματος αυτού εκδηλώνονται σε ατελείωτη φασαρία που ξεσπά εις βάρος και προς όφελος των καταστηματαρχών γυναικείων πιλών. Το απόθεμα του παλαιού εμπορεύματος δεν μπορεί να συνδράμη καθόλου της σημερινές ανάγκες.

***

Τα νέα καπέλλα που ελάνσαρε φέτος η μόδα δεν έχουν καμμίαν σχέσιν με τα παληά και κάθε θηλυκόν σεβόμενον τον εαυτόν του και τα φιγουρίνια –τα τελευταία αυτά είνε τα μόνα πράγματα που σέβονται τα θηλυκά- δεν καταδέχεται να ρίξη ούτε μια ματιά στα παληά μοντέλλα. Συνεπώς πρέπει να κατασκευασθή αριθμός καπέλλων ίσος προς τας κεφαλάς των θηλυκών.

Τι τραγωδία όμως η στιγμή της εκλογής. Η πελατεία που γεμίζει τα καπελλάδικα είνε ανυπόμονη, ανήσυχη, βασανίζεται από το μέγα πρόβλημα –το μεγαλύτερον που απασχολεί τον γυναικείον εγκέφαλον:

-Μου πάει;

-Δεν μου πάει;

-Κατέβασέ μου ένα άλλο.

-Δόσμου ένα γκρί.

-Δόσμου ένα μπέζ.

Η στιγμή του προβαρίσματος των καπέλλων σας κάμνει την εντύπωσιν σκηνής ζωγραφισμένης από το χέρι συγγραφέως με βαθυτάτην δραματικήν φλέβα. Διότι μέσα από το καπελλάδικο παρελαύνουν θηλυκά της ποικιλωτέρας σωματικής κατασκευής και τα καπέλλα, αλλοίμονον, είνε ανιαρώς ομοιόμορφα.

Κάθε φοράν η νέα μόδα λανσάρει πολυπληθείς τύπους, από τους οποίους κάθε κεφάλι διαλέγει τα περισσότερον αρμόζοντα εις την κατασκευήν του. Αλλά εφέτος;... Οι τύποι των νέων καπέλλων είνε σχεδόν οι ίδιοι όλοι, με ελαχίστας διαφοράς, και πρέπει να πηγαίνουν εις όλα τα θηλυκά θέλοντας και μη!

Μια κυρία ψηλόλιγνη ως θλιβερόν κυπαρίσσιον του νεκροταφείου, -πένθιμον σύμβολον επάνω εις τον τάφον της ιδίας της ωραιότητος- αγωνίζεται μία ώρα τώρα μπροστά στον καθρέφτη. Πλάι της προβάλλει στον άλλον καθρέφτη μία κυρία με καταφανή ντοκουμέντα προχωρημένης υδροπικίας. Η πρώτη είνε αδύνατον να βρή την φόρμα της. Το κορίτσι του μοδιστράδικου παρ’ όλην την προθυμίαν του αρχίζει να χάνη την υπομονήν. Η κυρία όμως συνεχίζει απεγνωσμένως τον αγώνα της επικρατήσεως.

-Δόσε μου εκείνο εκεί με το φτερό...

Και το καπελλίνο με το φτερό προσφέρεται εις την κυρίαν. Καθώς το τοποθετεί επί της κεφαλής της όμως, Ύψιστε, μοιάζει καταπληκτικά με στύλον, από εκείνους που τοποθετούν στα χωράφια, καπελλωμένον με ένα oτιδήποτε αντικείμενον, για τον εκφοβισμόν των ανεπιθυμήτων επισκεπτών.

Αλλά και η τύχη της δευτέρας δεν είνε καλύτερη. Μπροστά της έχει παραταχθή σωρεία μοντέλων όλων των χρωμάτων, χωρίς κανένα εν τούτοις να βρή ανάπαυσιν επί της κεφαλής της.

-Πως σας φαίνομαι μ’ αυτό;

-Καλό είνε μαντάμ. Πρώτης τάξεως.

-Τι λέτε, μου πηγαίνει;

-Αν σας πηγαίνει!...

Και όμως με της κατηγορηματικές διαβεβαιώσεις της υπαλλήλου του καταστήματος, διαφωνεί ριζικώς το καπέλλο που δίνει την εντύπωσιν αεροπλάνου προσγειωθέντος επί αεροπλανοφόρου κολοσσού.

Και η ανησυχία συνεχίζεται γενικώς σε όλα τα πρόσωπα της πελατείας. Διότι το κατάστημα είνε γεμάτο από γυναικόκοσμον. Υπάρχουν δεσποινίδια, που μόλις εξεπετάχθηκαν εις το νόημα της ζωής και δεσποινάρια πολλά ειδότα, υπάρχουν κυρίες κομψές και μη κομψές, ψηλές, παχειές, κοντόχοντρες, ψηλόλιγνες, ωραίες και μη ωραίες που παρελαύνουν διαρκώς μπροστά από τον υπερφορτωμένον πάγκον του καταστήματος.

Πρόσωπα στρογγυλά επάνω εις τα οποία το καπέλλο αισχύνεται, πρόσωπα παχουλά επάνω εις τα οποία απορεί, πρόσωπα αρμονικά επάνω εις τα οποία ευρίσκει επί τέλους θέσιν, πρόσωπα αποκρουστικά επάνω εις τα οποία θρηνολογεί την μοίραν του...

Τι πταίει ο δύσμοιρος καταστηματάρχης εάν αυτό το απλό πραγματάκι της βασιλικής αυλής περασμένων εποχών θριάμβου δεν εννοεί να εγκλιματισθή με την χονδρήν κεφάλαν της εκ Βλασσαρούς κ. Ασπασίας; Και τι πταίει ακόμη ο δύσμοιρος σύζυγος που έχει αποσυρθή σε μίαν γωνίαν, απ’ όπου –κομπάρσος άσημος- παρακολουθεί το δράμα του ετέρου ημίσεος; Η κ. Ασπασία εις τα ζητήματα της μόδας δεν του επιτρέπει να έχη γνώμην και όμως εις την δύσκολην αυτήν καμπήν της ζωής της ζητεί την συνδρομήν του συζύγου:

-Πως σου φαίνομαι Αγησίλαε;

Και ο Αγησίλαος, ο οποίος έχει έτοιμον την χείρα εις το πορτοφόλι, επί του οποίου ξεσπούν όλα τα καπρίτσια και αι λόξαι της τρυφεράς συμβίας, αναστενάζει:

-Ωραία σου πηγαίνει, Ασπασία μου!

Και το μοιραίον συντελείται...

***

Από την πόρτα του καπελλάδικου ξεχύνονται αφηνιασμένα τα θηλυκά προς τα τέσσαρα σημεία της πρωτευούσης. Από το Κολωνάκι έως τον Κολωνό και από τα Φάληρα έως τους Ποδαράδες τα καινούργια καπέλλα εκυρίευσαν τας κεφαλάς των θηλυκών. Η μόδα είνε καθεστώς δημοκρατικόν που βρέχει τα αγαθά της και τα μη αγαθά της επί δικαίους και αδίκους, επί πλουσίους και πτωχούς.

Η κομψή κυρία ενεφανίσθη από καιρού με το νέο καπελλάκι, που προσέθεσε ένα νέον τόνον γοητείας εις την γοητείαν της. Διότι δεν πρέπει να παραβλέψη κανείς και την ωραίαν πλευράν του πράγματος. Υπάρχουν θηλυκά, που παρ’ όλην την αποκρηάτικην εμφάνισίν τους με τα νέα καπέλλα αποτελούν χάρμα!...

Και ο κόσμος των αρρένων δοκιμάζει τα ποικιλώτερα των συναισθημάτων.

-Άχ αυτό το καπελλάκι σας ντεμουαζέλ...

-Τι σουρπρίζ είνε αυτή μαντάμ...

Και ο επίλεκτος μνηστήρ του θηλυκού, άνθρωπος με βαθυτάτην αισθητικήν συνείδησιν, μένει ενεός:

-Αδελφούλα μου Πομπαδούρ... μ’ έκαψες!».

«Αθηναϊκά Νέα», 1931, «Σονόρ»