Καμαριέρες όλου του κόσμου, ενωθείτε!
Είμαστε στο 1935 και η είδηση σκάει σαν βόμβα στην Αθήνα: Ιδρύθηκε Σύλλογος Υπηρετριών! Και τώρα τι γίνεται; Τα αισθήματα ανάμεικτα· θυμηδία, ειρωνεία, αμηχανία. Σχεδόν καμιά εφημερίδα δεν έγραψε έναν ενθαρρυντικό λόγο. Είναι χαρακτηριστικό, ότι η εφημερίδα «Ο ΤΥΠΟΣ» πήρε ολόκληρη συνέντευξη από την πρόεδρο χωρίς να αναφέρει πουθενά το όνομά της... Από δημοσιογραφική δεοντολογία αναζητήσαμε σε άλλα κείμενα το όνομα: Πρόεδρος, η κα Κούλα Καραγιαννάκη, Γ.Γ. η κα Ζωή Χαλμούκου.
Ακολουθεί η συνέντευξη:
«Γνωστοποίησις προς τας εν Αθήναις και Πειραιεί με τα προάστια τούτων εργαζομένας υπηρετρίας.
Αγαπηταί συνάδελφοι,
Σας καθιστώμεν γνωστόν ότι συνεστήθη Σωματείον με έδραν τας Αθήνας υπό την επωνυμίαν ‘Ενωσις Υπηρετριών Αθηνών-Πειραιώς’, όπερ διά της υπ΄αριθμόν 2742/1935 αποφάσεως του Δικαστηρίου των εν Αθήναις Πρωτοδικών ανεγνωρίσθη κατά Νόμον και ενεκρίθη το Καταστατικόν μας, μέλη δε του Σωματείου μας εγγράφονται άπασαι αι εν Αθήναις και Πειραιεί με τα προάστια τούτων εργαζόμεναι υπηρέτριαι.
Ο σκοπός του Σωματείου μας είνε η επαγγελματική, ηθική, πνευματική και οικονομική εξύψωσις των μελών και η προαγωγή των οικονομικών και επαγγελματικών συμφερόντων μας, δεδομένου ότι κατά το Καταστατικόν το Σωματείον μας θ’ ασχοληθή εκτός των άλλων, διά την επιδίωξιν της κατοχυρώσεως της θέσεώς μας, όσον αφορά το ζήτημα του μισθού, αδείας, ωρών εργασίας, εξόδου μας, ασθενείας κλπ.»
Καμαριέρες όλου του κόσμου ενωθήτε! Με το σύνθημα αυτό και έπειτα από ανάλογον προπαγάνδαν συνεστήθη -το περιμένατε;- κατ΄αυτάς, εν ονόματι των συνδικαλιστικών ελευθεριών, η Ένωσις Υπηρετριών…
Και η οργάνωσις ήρχισεν ήδη και οι καμαριέρες όλες σπεύδουν –όπως μας επληροφόρησε η «κυρία» Πρόεδρος- να εγγραφούν αθρόως εις την Ένωσιν αυτήν, η οποία θα εξασφαλίση εις τα μέλη της νέας συνθήκας εργασίας και νέας συνθήκας ζωής.
Περισσότερες από τριακόσιες καμαριέρες έχουν ήδη γίνει μέλη της «Ενώσεως» η οποία φιλοδοξεί να περιλάβη εις τους κόλπους της τις καμαριέρες όλης της Ελλάδος.
Ώστε; Ώστε τρέμετε, κυρίες μου, διότι τα πράγματα επήραν άσχημον δρόμον. Ο αγών τον οποίον ανέλαβον οι καμαριέρες στρέφεται αποκλειστικά σχεδόν εναντίον σας, εναντίον της τυραννίας σας.
Αλλ’ ας δώσωμεν τον λόγον εις την «κυρίαν» Πρόεδρον, η οποία έφθασε και αυτή μαζί με την εγκύκλιον της «Ενώσεως» εις τα γραφεία μας, διά να μας εξηγήση και προφορικώς τον σκοπόν και τας επιδιώξεις της οργανώσεως.
-Εκάμαμε, κύριε, ένα κίνημα! Κι’ αυτό ελπίζομε να μη σας εκπλήξη.
-Κάθε άλλο.
-Ένα κίνημα εναντίον του καθεστώτος.
-… της κουζίνας.
-Ακριβώς. Φθάνει πιά η εκμετάλλευσις, είπαμε. Πρέπει να τεθή ένα τέλος οριστικόν εις το καθεστώς της βίας και της τυραννίας.
-Σωστότατο.
-Ζητούμεν να εξασφαλίσωμεν τα …
- … γηρατειά σας …
- … Τα νειάτα μας, κύριε, αυτά προ παντός. Τα νειάτα μας που χάνονται μέσα στην κουζίνα και στο πλυσταριό. Αυτά ζητούμεν να προστατεύσωμεν και εν ονόματί τους ανελάβαμε ένα ιερό αγώνα.
-Και πώς νομίζετε ότι θα τα προστατεύσετε;
-Το εξηγούμεν εις το διάγγελμά μας. Διά της επαγγελματικής, ηθικής, πνευματικής και οικονομικής εξυψώσεως των μελών. Και διά να γίνω περισσότερον αντιληπτή: Πόσες ώρες εργαζώμεθα σήμερα; Ούτε εμείς δεν το γνωρίζομε. Να λοιπόν κάτι πού θα το μάθωμε τώρα. Θα ορίσωμεν ώρας εργασίας. Το οκτάωρον, κύριε, όπως εργάζονται όλοι. Δεν θα έχη κανένας το δικαίωμα να μας υποχρεώση σε περισσότερες ώρες εργασίας. Τέσσαρες ώρες το πρωί και τέσσαρες το απόγευμα. Θα αρχίζη δηλαδή η υπηρεσία μας εις τας οκτώ το πρωί, θα διακόπτεται εις τας 12, θα επαναλαμβάνεται εις τας 4 και θα τελειώνη εις τας 8 το βράδυ. Έτσι θα συνηθίσωμε τους κυρίους μας και σε κάποια τάξι. Να τρώνε το μεσημέρι ακριβώς εις τας 12 και το βράδυ ακριβώς εις τας οκτώ, ώστε να έχουν να πάνε και κάπου, να έχουν όλον τον καιρό. Όπως βλέπετε, φροντίζουμε και γι’ αυτούς …
-Ασφαλώς.
-… Καθιερώσαμε επίσης και τας υπερωρίας, όπως εις τας Τραπέζας. Αν δηλαδή έχουν στο σπίτι των καλεσμένους δεν θα τους αφήσουμε. Με μια μικρή συμφωνία θα τα κανονίζουμε…
--Ομολογουμένως έχετε απολύτως δίκηο.
-Αλλά δεν είνε αυτό μόνον. Ζητούμεν την ηθικήν μας εξύψωσι.
-Δηλαδή;
-Να. Ζητούμεν να καταργήσωμε τα «ραβασάκια» της κυρίας εννοείται… Ζητούμεν ακόμη την οικονομικήν μας εξύψωσι. Να μας πληρώνουν με τον τιμάριθμον.
-Κι’ αυτό σωστό.
-Και ζητούμε ακόμη εξόδους. Μάλιστα κύριε, εξόδους. Δύο την εβδομάδα. Είνε παράλογα αυτά που ζητούμεν; Όχι βέβαια. Αυτό είνε το κίνημά μας, το οποίον να είσθε βέβαιοι ότι θα επικρατήση.
Η συνέντευξις με την κ. Πρόεδρον είχε τελειώσει. Η καμαριέρα του γραφείου εκλήθη διά να προσφέρη εις την κυρίαν Πρόεδρον ένα καφέ, μια που ήλθε εις το γραφείον μας.
-Θα πάρτε βέβαια κάτι, κυρία Πρόεδρος.
-Ευχαρίστως.
Ο υποφαινόμενος εκτύπησε το κουδούνι.
-Μαρία. Μαρίίία. Μά πού είνε τέλος πάντων αυτή η Μαρία, Γιώργο;
-Μην ανησυχήτε διέκοψεν η κ. Πρόεδρος. Θα είνε προφανώς στην συνέλευσι.
Και μετά μικράν σκέψιν:
-Δευτέρα πρωί. Βέβαια, βέβαια, το είχα λησμονήσει κι’ εγώ. Έχομε συνέλευσι αυτή την ώρα…».