Τέρμα η Θερινή Ώρα!
Στις 6 Ιουλίου 1932 η χώρα μας, ακολουθώντας τις αποφάσεις της Αγγλίας, εφάρμοσε κι αυτή την θερινή ώρα. Φαίνεται ότι έγιναν πολλά μπερδέματα στην καθημερινή ζωή των συντηρητικών προγόνων μας εκείνη την περίοδο εφαρμογής, οι οποίοι -με μεγάλη ανακούφιση από ό,τι φαίνεται στο χρονογράφημα που ακολουθεί- επανήλθαν στα παλιά…
«Πίσω πάλι τα ωρολόγια! Η «θερινή ώρα» εγκαταλείπεται. Αφού μας ανεστάτωσεν ένα μήνα τώρα, αφού μας έκαμε άλλην ώρα να βλέπουμε στα ωρολόγιά μας και άλλη να πιστεύουμε, αφού μας εχάλασε τις συνήθειές μας και μας υποχρέωσε να κοιμώμεθα με την παλιά ώρα, που ακολουθούν τα θέατρα, και να ξυπνούμε με τη νέα, που ακολουθούν τα γραφεία μας και τα καταστήματά μας, αφού, τέλος, μας έκανε άνω-κάτω, ξαναγυρίζουμε πάλι στα ίδια. Και έχει ο Θεός.
Ομολογώ ότι αυτό το παιγνίδι με τις ώρες δεν μου αρέσει καθόλου. Η ώρα ήτο κάτι σταθερό και βέβαιο, που το κυβερνούσαν αστρονομικοί νόμοι, απαρασάλευτοι και ανώτεροι από τη δύναμι των ανθρώπων. Και ήτο το μόνο πράγμα, στο οποίο μπορούσε κανείς να έχη πεποίθησι.
Μέσα στα αμέτρητα ψέμματα, που μας τριγυρίζουν, μόνο το ωρολόγι μας μάς έλεγε την αλήθεια. Δεν εννοούσε να χαρισθή σε κανένα.
Άνθρωποι, που αγρυπνούσαν και περίμεναν με αγωνία να ξημερώση, μάταια εκύτταζαν το ωρολόγι τους, με την ελπίδα να τους πληροφορήση πως πλησιάζει η αυγή. Εκείνο εξακολουθούσε να τους λέη τη σκληρή αλήθεια.
Άνθρωποι, που περίμεναν να φτάση γρήγορα μια γλυκειά ώρα, μάταια παρακαλούσαν το ωρολόγι τους να τρέξη σύμφωνα με τον πόθο της ψυχής των. Εκείνο μετρούσε τις στιγμές του, αναίσθητο σε παρακάλια και ικεσίες.
Άνθρωποι, που ποθούσαν από μια στιγμή να κάνουν μια αιωνιότητα, μάταια παρακαλούσαν το ωρολόγι τους ν’ αργήση να φτάση στην ώρα ενός σκληρού χωρισμού. Το ωρολόγι προχωρούσε με το σταθερό βήμα της αλήθειας, πιστό στις προσταγές των αιωνίων φυσικών νόμων.
Η ώρα ήταν ανώτερη από τις αδυναμίες, τα πάθη, τα συμφέροντα και τις πονηρίες των ανθρώπων. Και ήταν κάτι ιερό και αξιοσέβαστο.
Σιγά-σιγά, αφού βάλαμε χέρι σε όλα τα ιερά και αξιοσέβαστα, βάλαμε χέρι και στην ώρα. Και παίζουμε με τον αιώνιο χρόνο.
Ας λείψη τουλάχιστον η ειρωνεία των ωρολογίων. Ας σπάσουμε όλα τα ωρολόγια μας και ας έχη καθένας την ώρα που του αρέσει. Έτσι τουλάχιστον θα είμαστε ειλικρινέστεροι».
«Πολιτεία», 1932, Παύλος Νιρβάνας