Παλιά Επιστολή προς τον δήμαρχο Αθηναίων, Κώστα Κοτζιά No2
Σας παρουσιάζουμε σήμερα την δεύτερη από μια σειρά επιστολών που μας έστειλε ο φίλος μας Κ.Αποστολόπουλος. Οι επιστολές αυτές στάλθηκαν στο νεοεκλεγέντα, το 1934, δήμαρχο της Αθήνας, Κώστα Κοτζιά και παρουσιάζουν ανάγλυφα τα μικρά και μεγάλα προβλήματα που ταλάνιζαν τους κατοίκους αυτής της πόλης. Η σημερινή επιστολή προέρχεται από έναν κάτοικο του Θησείου.
«Εάν υπάρχει μια συνοικία δια την οποίαν θα έπρεπε να δείξουν εξαιρετικόν ενδιαφέρον οι εκάστοτε δημοτικοί άρχοντες, η συνοικία αυτή είνε το Θησείον. Και όμως, όχι μόνον η ωραία αυτή συνοικία έχει αφεθή εις το έλεος του Θεού, αλλά, θα έλεγε κανείς ότι, επί πλέον καταδιώκεται από έναν αμείλικτο δαίμονα.
Εκεί ρίπτονται καθημερινώς, κατά δεκάδες, τόννοι αποριμμάτων της πρωτευούσης, διότι τα περίφημα κάρρα του Δήμου δεν βρήκαν άλλο καταλληλότερον μέρος!
Η συνοικία αυτή χάρις εις την ιδιωτικήν πρωτοβουλίαν και μόνον, είνε μία των ωραιοτέρων συνοικιών και θα έπρεπε να είνε το στόλισμα της πρωτευούσης, δια δύο, κυρίως, λόγους:
Πρώτος λόγος, ο και κυριώτερος, είνε ότι, κατά τας νύκτας των κυνικών καυμάτων του θέρρους, εις την συνοικίαν αυτήν καταφεύγουν οι οικογενειάρχαι όλων των συνοικιών της πρωτευούσης μετά την οικογένειάν των, δια να αναπνεύσουν ολίγον καθαρόν αέρα. Εννοούμεν τους οικογενειάρχας εκείνους, οι οποίοι αδυνατούν να υπάγουν εις την Κηφισιάν ή εις τα Φάληρα και οι οποίοι εξ ακοής μόνον γνωρίζουν την ύπαρξιν της Γλυφάδας.
Δεύτερος σοβαρός λόγος, δια τον οποίον θα έπρεπε να τύχη ιδιαιτέρας προσοχής, είνε οι περιηγηταί, οι οποίοι την διασχίζουν καθημερινώς καθ’ομίλους μεταβαίνοντες εις τον Παρθενώνα!
Τι εντυπώσεις αποκομίζουν οι περιηγηταί αυτοί, οι οποίοι δια να προσκυνήσουν τον ιερό μας βράχον, είνε υποχρεωμένοι ν’αντικρύσουν τας αηδίας μιας πρωτογόνου καταστάσεως;
Το Θησείον, ως εκ της θέσεώς του, θα έπρεπε να είνε ένα δεύτερον Ζάππειον, από απόψεως καθαριότητος και πρασίνου, διότι μετά το Τατόι και το Ζάππειον, εκείνο είνε το μάλλον ενδεδειγμένον δια ν’αποτελέση τον τρίτον ευεργετικόν πνεύμονα των Αθηνών.
Τι να πούμε δια τους δρόμους; Τι να πούμε και δια το αίσχος της γέφυρας του ηλεκτρικού, εις το οποίον προσετέθη και το αίσχος των προσφυγικών παραγκών;
Από την γέφυραν μέχρι του εργοστασίου Πουλοπούλου, ο δρόμος… γιοκ δρόμος! Δεν υπάρχει δρόμος! Υπάρχουν μονοπάτια, υπάρχουν γιδόστρατα, υπάρχουν βουνά από σκουπίδια που φθάνουν μέχρι της πόρτας μιας ωραίας εκκλησιάς, υπάρχει οποιοδήποτε αίσχος δύνασθε να φαντασθήτε, αλλά δρόμος δεν υπάρχει!
…Από τον κ.Κοτζιάν αναμένομεν να προσέξη περισσότερον τας συνοικίας, οι κάτοικοι των οποίων τον εψήφισαν με φανατισμόν…
Ένας κάτοικος Θησείου»